Η ανάπτυξη των αναγνωστικών δεξιοτήτων είναι μια διαδικασία δύσκολη για τα περισσότερα παιδιά, η οποία δεν είναι μια μονοδιάστατη γνωστική δεξιότητα, αλλά απαρτίζεται από ένα σύνολο επιμέρους δεξιοτήτων που χαρακτηρίζονται από διαφορετικό βαθμό δυσκολίας . Από την άλλη, η φωνολογική επίγνωση διακρίνεται σε πληθώρα τρόπων χειρισμού και επεξεργασίας της γλώσσας, σε επίπεδο λέξης, συλλαβής ή φωνήματος. Ωστόσο αυτό, διαμορφώνει ένα μωσαϊκό δεξιοτήτων που στοχεύουν στην ανάλυση, στη σύνθεση, στη διάκριση, στην απομόνωση, στην αφαίρεση και στην αντιστροφή φωνολογικών μονάδων.
Στο νηπιαγωγείο και στις αρχές φοίτησής τους στο δημοτικό, τα παιδιά που έχουν μειωμένη φωνολογική επίγνωση, πιθανό να επηρεάσει και την αναγνωστική ευχέρεια με επακόλουθο την έλλειψη κατανόησης ενός κειμένου σε μεταγενέστερο στάδιο. Η ανάδειξη της σχέσης της φωνολογικής ενημερότητας με την ανάγνωση, οδήγησαν σε πληθώρα εκπαιδευτικών ερευνών στο παρελθόν. Από τις έρευνες αυτές προέκυψαν πολλά ερωτήματα και γνωστοποιώντας και αρκετές απόψεις που λίγο έως πολύ έχουμε υπόψη όλοι μας σήμερα. Αρχικά, είχε υποστηριχθεί η άποψη ότι οι πρώτες αναγνωστικές δεξιότητες ενός παιδιού αρχίζουν από πολύ πιο νωρίς προτού αυτό εισέρθει στο σχολείο. Ωστόσο μια άλλη άποψη υποστήριζε, πως η φωνολογική ενημερότητα αναπτύσσεται ταυτόχρονα μαζί με την ικανότητα ενός παιδιού να μιλά και στην συνέχεια να διαβάζει, ενώ άλλοι θεωρούσαν την φωνολογική ανάπτυξη ως απόρροια του φυσικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει ένα παιδί. Και τέλος, μια άλλη άποψη υποστήριζε, πως η ανάπτυξη ή όχι της φωνολογικής επηρεάζεται και από κληρονομικούς γενετικούς παράγοντες. Δηλαδή, αν ένα παιδί δεν μπορεί να αναπτύξει αναγνωστικές δεξιότητες τότε η δυσκολία, οφείλεται σε αυτούς τους νευρολογικής φύσεως παράγοντες (Σαλβαράς, 2017). Αυτά ήταν ζητήματα που μελετήθηκαν στο παρελθόν σε αρκετά κράτη του κόσμου, όπως Αγγλία, Γερμανία, Αμερική κ.ά., παρ’ όλα αυτά το ζήτημα της φωνολογικής ενημερότητας αποτελεί ένα τεράστιο ερωτηματικό μέχρι και σήμερα.
Για να μεταβεί ένα παιδί ομαλά από τον προφορικό λόγο στον γραπτό θα πρέπει να έχει αναπτύξει δεξιότητες φωνολογικής επίγνωσης. Η φωνολογική επίγνωση απαιτεί έκθεση του παιδιού σε εμπειρίες γραμματισμού, ώστε να συνειδητοποιήσει ότι ο προφορικός λόγος διακρίνεται σε φωνολογικές μονάδες και ότι αυτές οι μονάδες αποτελούνται από ηχητικές μονάδες οι οποίες συμβολίζονται από γραφήματα, όπως παρατίθεται στην Φλωράτου, (2009, σ. 17) «αντιμετωπίζει την ανάγνωση σαν ένα σύνολο δεξιοτήτων που κυρίως έχουν στόχο την κατάκτηση της έννοιας του κειμένου, η οποία δεν είναι ανεξάρτητη από την αυτόματη αναγνώριση των λέξεων και των συμπλεγμάτων μέσα στις λέξεις».
Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα επικεντρωθούμε στις τρεις πολύ βασικές δεξιότητες που είναι το
α) το προ-αναγνωστικό στάδιο
β) το στάδιο της πρώτης ανάγνωσης
γ) το προχωρημένο στάδιο.
Το πρώτο στάδιο αναφέρεται στον τρόπο προσέγγισης και στα στοιχεία που μας βοηθάνε να μαντέψουμε λέξεις χωρίς να τις διαβάσουμε. Στη φάση αυτή ένα παιδί είναι σε θέση να επαναλάβει με δικά του λόγια μια ιστορία ή ένα παραμύθι που μόλις άκουσε και, να κατανοεί το λεξιλόγιο της ιστορίας. Στον τομέα αυτό το παιδί αναμένεται να ταιριάζει τις ίδιες λέξεις, τα ίδια γράμματα και να δείχνει λέξη ή γράμμα όταν του ζητηθεί. Όλα αυτά αναμένεται ότι ένα παιδί και τα έχει ήδη κατακτήσει από το νηπιαγωγείο, προτού περάσει τα σκαλιά της πρώτης δημοτικού.
Στο δεύτερο στάδιο, είναι το γνωστικό επίπεδο στο οποίο θα πρέπει να έχουν κατακτήσει τα παιδιά προτού εισέρθουν στο δημοτικό. Όλα τα παραπάνω αποτελούν γνώσεις και δεξιότητες, που πρέπει (υποθετικά) να γνωρίζουν τα παιδιά προτού εισέλθουν στο δημοτικό και αυτό αποτελεί και το γνωστικό επίπεδο των παιδιών. Επομένως, στο δεύτερο επίπεδο ένα παιδί καλείται να είναι σε θέση να συμπεραίνει, να προβλέπει λέξη από βοηθητικά στοιχεία (εικόνα, αρχικό γράμμα, σχήμα και μέγεθος της λέξης) να διαβάζει χωρίς δισταγμό πολλές λέξεις από απλές συλλαβές (του τύπου σύμφωνο/ φωνήεν), να διαβάζει και να γράφει τα 24 γράμματα καθώς και απλές συλλαβές.
Στο τρίτο και προχωρημένο στάδιο, το παιδί είναι σε θέση να διαβάζει χωρίς δισταγμό πολλές λέξεις με δίψηφα σύμφωνα και μικρό κείμενο να διαβάζει και να γράφει συλλαβές και λέξεις με δίψηφα σύμφωνα.
Κλείνοντας, στην πρώτη δημοτικού, συναντάμε αρκετές φορές παιδιά που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχολικού προγράμματος, δεν μπορούν να συμμετέχουν στο σύνολο και στην λειτουργία της τάξης. Είναι συνήθως παιδιά που είτε δεν ασκήθηκαν στις προ-αναγνωστικές δεξιότητες, είτε χρειάζονταν περεταίρω αφομοίωση της ύλης που διδάσκεται στο νηπιαγωγείο, είτε δεν έχουν ωριμάσει γνωστικά, συναισθηματικά, ψυχοκινητικά, είτε άλλων κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων όπως το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο οικογένειας, μη υποστηρικτικό περιβάλλον, έλλειψη επικοινωνίας έως ανύπαρκτη, διγλωσσία κλπ.. Αν εξετάσουμε τα παιδιά της πρώτης δημοτικού αυτά που αποκλίνουν μαθησιακά από τον πρώτο κιόλας μήνα από το σύνολο της τάξης, θα διαπιστώσουμε ότι τα παιδιά αυτά ανήκουν σίγουρα σε μια από τις πιο πάνω προαναφερθέντες κατηγορίες.
Αριστείδου Σούλα
Ειδική Παιδαγωγός (ΒΑ, ΜΑ)
Βιβλιογραφία
Παντελιάδου, Σ. (2011). Μαθησιακές δυσκολίες και εκπαιδευτική πράξη. Τι & γιατί. Αθήνα: Πεδίο.
Παντελιάδου Σ. (2019). Μαθησιακές δυσκολίες – δυσλεξία. Οδηγός για γονείς. Αθήνα: Πεδίο.
Σαλβαράς, Κ. Γ. ( 2017). Διδασκαλία παιδιών με ειδικές ανάγκες στο συνηθισμένο σχολείο. Αθήνα: Γρηγόρη.
Φλωράτου, Μ. Μ. (2009). Μαθησιακές δυσκολίες και όχι τεμπελιά. Διδακτικά προγράμματα για την αντιμετώπιση προβλημάτων στο σχολείο και στο σπίτι σε ανάγνωση, γραφή, ορθογραφία. Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας.