Παιδικοί φόβοι ή φοβίες; Ποια η διαφορά τους και πως κατατάσσονται ανά ηλικία;

by Tseriou 115

Όλα τα παιδιά και ειδικά τα μικρότερα σε ηλικία περνούν μέσα από περιόδους κατά τις οποίες αναπτύσσουν κάποιους φόβους. Οι φόβοι αυτοί είναι άλλοτε πολύ ήπιοι και άλλοτε χαρακτηρίζονται από μεγάλη ένταση. Ορισμένοι είναι πλήρως κατανοητοί στους γονείς ενώ άλλοι φαίνονται να είναι εντελώς αδικαιολόγητοι. Κατά την περίοδο μεταξύ 18 μηνών και 6 ετών καθώς οι κινητικές και γνωστικές ικανότητες του παιδιού αυξάνονται, τα παιδιά έχουν όλο και περισσότερες επαφές με το περιβάλλον και περνούν μέσα από διάφορες φάσεις στον τρόπο που βιώνουν και εκφράζουν το συναίσθημα του φόβου. Οι ειδικοί θεωρούν ότι οι παιδικοί φόβοι είναι ένα φαινόμενο βιολογικά και ψυχολογικά φυσιολογικό. Ωστόσο υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα παιδιά στο βαθμό που αισθάνονται και στους τρόπους που εκφράζουν τους φόβους τους.

Δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την προέλευση του φόβου, αν δηλαδή είναι έμφυτος ή αποκτάται μέσω μίμησης και της μάθησης γενικότερα. Μπορεί να πει κανείς ότι τόσο οι γενετικές καταβολές όσο και οι εμπειρίες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμπειρία του φόβου του κάθε παιδιού. Όσον αφορά την ανάπτυξη φόβων ως αποτέλεσμα μάθησης , όλοι γνωρίζουμε ότι οι φόβοι μπορεί να αποτελέσουν το αποτέλεσμα μάθησης από διάφορες εμπειρίες. Για παράδειγμα ένα παιδί που καίει το δάκτυλο του αγγίζοντας τη θερμάστρα μαθαίνει να την αποφεύγει. Το παιδί που είχε μια δυσάρεστη εμπειρία με ένα σκυλί φοβάται γενικά τους σκύλους. Φόβοι όπως αυτοί δεν χρειάζονται ιδιαίτερη εξήγηση. Το συναίσθημα που μας παρωθεί να αποφεύγουμε την επανάληψη της επαφής με κάτι που θεωρούμε ως επιβλαβές μπορεί να θεωρηθεί ότι πηγάζει από το βασικό ένστικτο για επιβίωση. Ο φόβος μπορούμε να πούμε ότι είναι «μεταδοτικός» και τα παιδιά μαθαίνουν να φοβούνται παρατηρώντας τις συμπεριφορές άλλων ανθρώπων και ιδιαίτερα των γονιών τους.

Ποια πράγματα φοβούνται τα παιδιά; Χρονοδιάγραμμα εμφάνισης των χαρακτηριστικών παιδικών φόβων.
Σε κάθε ηλικία υπάρχουν κάποιοι χαρακτηριστικοί φόβοι οι οποίοι εξαρτώνται από τη βιοσωματική και νοητική ωριμότητα του παιδιού και από τις αλλαγές που παρουσιάζονται στο παιδί σε σχέση με τον τρόπο που βιώνει τον κόσμο γύρω του.

Ο φόβος προς τα ξένα πρόσωπα και το άγχος του αποχωρισμού αποτελούν δύο χαρακτηριστικότατα παραδείγματα φόβων της βρεφικής και νηπιακής ηλικίας. Οι φόβοι αυτοί φθάνουν στο αποκορύφωμα τους κατά τους πρώτους μήνες του δεύτερου έτους της ζωής και μετά αρχίζουν να φθίνουν και να εξαφανίζονται εντελώς γύρω στην ηλικία των 3-4 ετών. Καθώς τα νήπια αποκτούν περισσότερες γνώσεις για τον κόσμο γύρω τους οι φόβοι τους για δυνατούς θορύβους λιγοστεύουν. Εξάλλου μαθαίνουν από τις εμπειρίες τους ότι πολλά από τα πράγματα που φαίνονται απειλητικά στην πραγματικότητα είναι εντελώς άκακα. Όταν τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν τη φαντασία και τη μνήμη τους και αποκτήσουν καλύτερη κατανόηση της γλώσσας, οι φόβοι τους αρχίζουν να επικεντρώνονται σε κάποια στερεότυπα πράγματα όπως λύκοι, κλέφτες, φαντάσματα ή ακόμα και το σκοτάδι .

 

Οι φόβοι για κάποια ζώα και το σκοτάδι εμφανίζονται στην ηλικία των δύο ετών και μπορεί να συνεχιστούν μέχρι και το 5 έτος της ζωής ή αργότερα. Πολλές φορές, οι φόβοι των παιδιών προσχολικής ηλικίας μπορεί να αποτελούν περιστασιακές αντιδράσεις σε συγκεκριμένα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Για παράδειγμα, το παιδί μπορεί να εκδηλώσει φόβο για τους κλέφτες ή για τα φαντάσματα μετά από ένα τρομακτικό έργο που είδε στην τηλεόραση ή μετά από ένα παραμύθι που περιείχε έντονα φανταστικά στοιχεία. Ο φόβος αυτός μπορεί να εκδηλωθεί είτε λεκτικά, κατά τη διάρκεια της ημέρας, είτε μέσω εφιαλτικών ονείρων κατά τη διάρκεια της νύχτας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διαβεβαίωση του για την ασφάλεια του από τους ενήλικες μπορεί να αποτελέσει επαρκή τρόπο αντιμετώπισης των φόβων αυτών.

Τα παιδιά στη σχολική ηλικία έχουν φόβους για το σχολείο, τις φυσικές καταστροφές και τους τραυματισμούς. Οι φόβοι αρχίζουν σταδιακά να μειώνονται όσο το παιδί αναπτύσσει τη γνωστική του ικανότητα να κατανοεί τον κόσμο και να ερμηνεύει λογικά τα φαινόμενα γύρω του.

Παρά το γεγονός ότι ο φόβος, ως έναν βαθμό, είναι κάτι συνηθισμένο στην παιδική ηλικία, η σοβαρότητα των συγκεκριμένων φοβικών αντιδράσεων μπορεί να κριθεί μόνο από τις συνέπειες, που έχουν στην καθημερινή ζωή του παιδιού. Οι περισσότεροι φόβοι είναι παροδικοί , ενώ δεν εμποδίζουν καθόλου την ομαλή ανάπτυξη του παιδιού.

Πώς να βοηθήσουμε το παιδί να ξεπεράσει τους φόβους του – Συμβουλές σε γονείς.
• Καταρχήν θα πρέπει να ακούμε με προσοχή, σεβασμό και κατανόηση αυτά που μας λέει το παιδί για τους φόβους του-έστω και αν τους θεωρούμε αβάσιμους. Πρέπει να βοηθήσουμε το παιδί να κατανοήσει ότι ο φόβος τους είναι κάτι φυσιολογικό και να το διαβεβαιώνουμε ότι αυτό που φοβάται δεν είναι στην πραγματικότητα επικίνδυνο.

• Δεν το κοροϊδεύουμε και δεν το γελοιοποιούμε, δεν υποτιμούμε το άγχος του γιατί έτσι εντείνουμε χειρότερα τη φοβία του.

• Οι γονείς να μην πανικοβάλλονται και να μεγαλοποιούν τους φόβους του παιδιού δίνοντας υπερβολική προσοχή στην παραμικρή εκδήλωση.

• Να μη φοβίζουν σκόπιμα το παιδί λέγοντας του ότι «αν δεν είναι καλό παιδί θα σε πάρει ο «μπαμπούλας» ή η αστυνομία. Αν οι ενήλικες προσπαθούν να ελέγξουν τη συμπεριφορά των παιδιών με τη χρήση του φόβου, δεν θα πρέπει στη συνέχεια να απορούν γιατί τα παιδιά φοβούνται.

• Μπορούμε να διαβεβαιώσουμε στο παιδί ότι όλα τα παιδιά της ηλικίας του αισθάνονται κάποιους φόβους και ότι και εμείς όταν ήμασταν παιδιά είχαμε φόβους τους οποίους μάθαμε σιγά σιγά να ξεπερνούμε. Μπορεί να βοηθήσουμε το παιδί να αναπτύξει δεξιότητες, με τις οποίες να μπορεί να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το φοβικό αντικείμενο ή την φοβική κατάσταση. Για παράδειγμα όταν το παιδί φοβάται το σκοτάδι μπορεί να έχει ένα φωτάκι νυκτός αναμμένο στο δωμάτιο του.

• Οι γονείς θα πρέπει να ελέγχουν τους δικούς τους φόβους επειδή, συχνά το παιδί μιμείται και υιοθετεί τους φόβους των γονιών του.

• Σε άλλους είδους παιδικές φοβίες, όπως για παράδειγμα φοβίες ζώων μπορούμε να αποτελέσουμε εμείς πρότυπο μίμησης για το παιδί. Είναι καλό να μας βλέπει το παιδί να παίζουμε , να φροντίζουμε ένα ζώο. Έτσι σιγά σιγά και χωρίς καμία πίεση και εξαναγκασμό, το παιδί βλέπει και κατανοεί ότι το ζώο δεν είναι τόσο επικίνδυνο όσο νόμιζε.

• Οι γονείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν εικονογραφημένα παιδικά βιβλία με παιδιά που φοβούνται αλλά τελικά ξεπερνάνε τους φόβους τους, τα οποία κυκλοφορούν στα βιβλιοπωλεία. Το παιδί μπορεί να ταυτιστεί με τον ήρωα του βιβλίου και να ξεπεράσει ευκολότερα το φόβο του.

• Γενικά, οι ενήλικες είναι καλό να ενθαρρύνουν με κάθε τρόπο τα παιδιά ώστε να αναπτύξουν πρωτοβουλίες , αυτοπεποίθηση και αυτονομία. Η υπερπροστατευτική συμπεριφορά των γονιών διευκολύνει την εκδήλωση φόβων από την πλευρά του παιδιού.

Είναι δυνατόν ορισμένοι φόβου να εξελιχθούν σε φοβίες, οι οποίες εκδηλώνονται με έντονο άγχος ακόμα και στην ιδέα του αντικειμένου ή της κατάστασης που φοβάται το παιδί και τα οποία προσπαθεί επίμονα να αποφύγει. Οι ενήλικες πρέπει να ανησυχήσουν και να απευθυνθούν σε κάποιον παιδοψυχολόγο αν υπάρχουν υποψίες ότι οι αντιδράσεις του παιδιού αποτελούν ενδείξεις φοβίας, δηλαδή αν:

• Είναι υπερβολικές και επίμονες
• Παρουσιάζουν μεγάλη διάρκεια και αντοχή στο χρόνο
• Είναι δυσανάλογα έντονες σε σχέση με το ερέθισμα ή την κατάσταση που τις προκάλεσε
• Συνοδεύονται από σωματικά ενοχλήματα
• Φαίνεται να αποδιοργανώνουν το παιδί και εμποδίζουν τη συμμετοχή του σε καθημερινές δραστηριότητες

Η έγκαιρη αντιμετώπιση των φοβιών είναι απαραίτητη διότι οι φοβίες, σε αντίθεση με τους φυσιολογικούς φόβους της προσχολικής ηλικίας, μπορεί να έχουν δυσμενείς συνέπειες τόσο στην καθημερινή λειτουργικότητα όσο και στην συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού.

 

Ένα άρθρο της Μαρίας Θεοφίλου, Σχολικής Ψυχολόγου

Πηγή: https://www.paidiatros.com/

You may also like