Τα μωράκια περνούν αναπτυξιακά άλματα.
Η δημιουργία οικογένειας και η απόκτηση απογόνων αποτελούν τον μεγαλύτερο πόθο των περισσότερων ανθρώπων. Ωστόσο, η γέννηση ενός παιδιού συνήθως επηρεάζει αρνητικά τη σεξουαλική ζωή των γονέων. Η κούραση, το άγχος, οι ευθύνες και η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, που συνεπάγεται η φροντίδα ενός μωρού, έχουν ως αποτέλεσμα την υποτονική ερωτική επιθυμία και οδηγούν στη ραγδαία μείωση ή ακόμα και στην πλήρη απουσία σεξουαλικών συνευρέσεων.
Συχνά η υπογονιμότητα βιώνεται ως μια αγχώδης εμπειρία, καθώς η διάγνωση της επηρεάζει τη ζωή του ατόμου και του ζευγαριού σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Παρόλο που η υπογονιμότητα σχετίζεται στο 40% με ανδρική αιτιολογία , στο 40% με γυναικεία και στο 20% με τους δυο ή με ανεξήγητη αιτιολογία, σε ορισμένες κοινωνίες το “βάρος” της δυσκολίας απόκτησης παιδιού πέφτει κυρίως στις γυναίκες. Οι γυναίκες αυτές έρχονται αντιμέτωπες με την υπογονιμότητα και βιώνουν συναισθήματα θλίψης , άγχους , ενοχής , αισθήματα ανεπάρκειας και απώλειας για ένα παιδί που δεν έχει γεννηθεί. Επιπλέον, αισθήματα ενοχής και αυστηρής κριτικής συχνά βιώνουν οι γυναίκες καθώς βλέπουν ότι η επιθυμία γέννησης ενός παιδιού και η ανάγκη μετάβασης στο επόμενο στάδιο του κύκλου ζωής δεν επιτυγχάνεται με εύκολο και φυσιολογικό τρόπο. Στην προσπάθεια λοιπόν να δοθούν απαντήσεις και να ανακτηθεί ο έλεγχος της κατάστασης συχνά τόσο οι γυναίκες όσο και τα υπογόνιμα ζευγάρια έρχονται αντιμέτωποι με αισθήματα δυσαρέσκειας.
Γενικότερα ,τα υπογόνιμα ζευγάρια βιώνουν έντονες μεταπτώσεις καθώς εκτός από την δική τους αγωνία για τη διερεύνηση και διαχείριση της υπογονιμότητας καλούνται να διαχειριστούν τις ανησυχίες και τις αντιδράσεις των μελών της οικογένειας αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού περίγυρου. Επομένως πολλές φορές η κοινωνική πίεση ενισχύει αυτά τα αρνητικά συναισθήματα και αρνητικές αντιδράσεις στα ζευγάρια.
Είναι γνωστό ότι , τα ποσοστά γονιμότητας ποικίλουν μεταξύ χωρών και πλέον επηρεάζουν όλο και μεγαλύτερο αριθμό ζευγαριών παγκοσμίως. Παρόλα αυτά οι εξελίξεις στο χώρο της εξωσωματικής γονιμοποίησης έχουν βοηθήσει πολλά ζευγάρια να αναζητήσουν λύση για την αντιμετώπιση του προβλήματος που θα τους οδηγήσει στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν παιδί. Γι’ αυτό είναι σημαντικό λοιπόν τόσο οι γυναίκες όσο και τα ζευγάρια όταν ξεκινούν τη διαδικασία της εξωσωματικής να έρχονται σε επαφή με το κομμάτι της ψυχολογικής /συμβουλευτικής υποστήριξης που μπορεί να διευκολύνει την αναγνώριση και διαχείριση σκέψεων και συναισθημάτων (διαχείριση αρνητικών σκέψεων ,εκμάθηση τεχνικών χαλάρωσης) προάγοντας με τον τρόπο αυτό την ψυχική υγεία και ισορροπία των ζευγαριών.
Γενικότερα ,τα υπογόνιμα ζευγάρια βιώνουν έντονες μεταπτώσεις καθώς εκτός από την δική τους αγωνία για τη διερεύνηση και διαχείριση της υπογονιμότητας καλούνται να διαχειριστούν τις ανησυχίες και τις αντιδράσεις των μελών της οικογένειας αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού περίγυρου. Επομένως πολλές φορές η κοινωνική πίεση ενισχύει αυτά τα αρνητικά συναισθήματα και αρνητικές αντιδράσεις στα ζευγάρια.
Είναι γνωστό ότι , τα ποσοστά γονιμότητας ποικίλουν μεταξύ χωρών και πλέον επηρεάζουν όλο και μεγαλύτερο αριθμό ζευγαριών παγκοσμίως. Παρόλα αυτά οι εξελίξεις στο χώρο της εξωσωματικής γονιμοποίησης έχουν βοηθήσει πολλά ζευγάρια να αναζητήσουν λύση για την αντιμετώπιση του προβλήματος που θα τους οδηγήσει στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν παιδί. Γι’ αυτό είναι σημαντικό λοιπόν τόσο οι γυναίκες όσο και τα ζευγάρια όταν ξεκινούν τη διαδικασία της εξωσωματικής να έρχονται σε επαφή με το κομμάτι της ψυχολογικής /συμβουλευτικής υποστήριξης που μπορεί να διευκολύνει την αναγνώριση και διαχείριση σκέψεων και συναισθημάτων (διαχείριση αρνητικών σκέψεων ,εκμάθηση τεχνικών χαλάρωσης) προάγοντας με τον τρόπο αυτό την ψυχική υγεία και ισορροπία των ζευγαριών.